Κάποτε η Τρούμπα ήταν το άγριο θέατρο της αμαρτίας. Μετά η Συγγρού, η Βουκουρεστίου, η Σόλωνος χαμηλά. “Σόλωνος χαμηλά” – ένα συνθηματικό για όσους ήξεραν πού να βρουν διασκέδαση χωρίς πολλά λόγια. Πατεράδες που είχαν σιχαθεί τις μπατάλες στο σπίτι, κουβαλώντας τους γιους τους για το αντρικό μυστήριο. Η πόλη μπορεί να άλλαξε, αλλά το DNA της ηδονής δεν πεθαίνει.
Τώρα, η μυσταγωγία συνεχίζεται στον Βοτανικό. Ο δρόμος που βράζει από ηδονή, που τα vibes του στάζουν ιδρώτα και λεφτά. Αγόρια λιγότερο από 20, αντροπαρέες που τρέμουν από καταπιεσμένη ορμή, τουρίστες με αγέλες ταξιτζήδων που τους περιμένουν σαν ύαινες. Πρωί Παρθενώνας, βράδυ στον ναό της μαντάμας. Αυτό δεν το γράφει κανένας ταξιδιωτικός οδηγός. Αυτό είναι η Αθήνα.
Και τα κορίτσια; Μοντέλα, μελαχρινές, ξανθές, φτιαγμένες για business. Τύχη αγαθή, έπεσα πάνω στη μαντάμ σε μια νύχτα μπλακ άουτ, όταν ο φόβος πάγωσε τη μπίζνα. Αναθεμάτιζε που δεν θα έβγαζε φράγκο. Ο νταβατζής του Βοτανικού – “manager”, λέει, της πιάτσας – κρατάει τα κλειδιά του παιχνιδιού. Οκτώ στούντιο, γκόμενες, καθαρίστριες, λογαριασμοί, βιτσιομανείς πελάτες που θέλουν το “κάτι παραπάνω”. ΔΕΗ, νοίκια, βαρέα και ανθυγιεινά – γιατί η αμαρτία κοστίζει, φιλαράκι!
Τα κορίτσια, όμως; Δεν ήρθαν εδώ για να κάνουν την Καρέζη. Αυτές δουλεύουν. Σκληρά. Τρεις βάρδιες των 7 ωρών, 10 το πρωί – 5 το απόγευμα, 5 το απόγευμα – μεσάνυχτα, μεσάνυχτα – 7 το πρωί. Κανένα έλεος. Όρεξη να έχεις, και βλέπεις. Ξεροψημένα σεντόνια απλωμένα στα μπαλκόνια Κυριακή πρωί. Το νερό από τις μάνικες ξεπλένει τα απομεινάρια της νύχτας. Σκούπισμα, σφουγγάρισμα, αερισμός. Οι κυρίες της αυλής της αμαρτίας. Δεν μαζεύουν αποτσίγαρα Αμερικάνου, αλλά τελεύουν τη δουλειά τους και την παραδίδουν άψογη για το επόμενο γαμήσι.
Ο δρόμος αυτός είναι ωμός. Χωρίς φτιασίδια. Δεν μασάει. Δεν υπόσχεται παραμύθια. Είναι σκληρός, άγριος, ωμός. Και γι’ αυτό είναι αληθινός. Κανένας δεν υποκρίνεται εδώ.